Εκδήλωση - Ομιλία : 102 χρόνια από τη Γενοκτονία των Ποντίων

Εκτύπωση

Η 19η Μαΐου αποτελεί μια άκρως σημαντική επέτειο για ολόκληρο τον ελληνισμό, Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, όπως αυτή καθιερώθηκε το 1994 με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων.

 pontion

Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας, υπό την καθοδήγηση των γερμανών και σοβιετικών συμβούλων του.

Από ένα σύνολο 750.000 περίπου Ελληνοποντίων, υπολογίζονται σε  353.000 εκείνοι που εξολοθρεύτηκαν από τους Νεότουρκους κατά την περίοδο 1916-1923.

Οι αποδείξεις για το έγκλημα εις βάρος του ποντιακού ελληνισμού είναι πολυάριθμες και συγκλίνουσες. Προκύπτουν ακόμη από τα ίδια τα οθωμανικά και τουρκικά αρχεία και εκδόσεις - κυβερνητικές αποφάσεις και νομοσχέδια- από τα αρχεία των ευρωπαϊκών χωρών και των Η.Π.Α., από αναφορές ξένων διπλωματικών υπαλλήλων, πρεσβευτών, προξένων, ιεραποστόλων και φιλανθρωπικών οργανώσεων. Τα κύρια όμως στοιχεία της εκτέλεσης του εγκλήματος προκύπτουν από την ίδια την ιστορία των Ποντιακών οικογενειών με τα δικά της θύματα και τις μαρτυρίες εκείνων που επέζησαν από τις σφαγές.

Στην περίπτωση της Ποντιακής γενοκτονίας έχουμε εξόντωση των μελών συγκεκριμένης εθνικής ομάδας, σοβαρή προσβολή της φυσικής και πνευματικής της ακεραιότητας και υποβολή αυτής σε συνθήκες διαβίωσης που συνεπάγονταν τη μερική ή ολική βιολογική καταστροφή της. Οι Τούρκοι προχώρησαν ακόμη και σε αναγκαστικές αποσπάσεις παιδιών από τις οικογένειές τους, τα οποία και έδιναν στα χαρέμια εύπορων Τούρκων. Έχουμε  δηλαδή όλες τις  πράξεις, που  σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης για την πρόληψη και την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας, που υιοθέτησε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 9 Δεκεμβρίου 1948, στοιχειοθετούν αυτό το μεγάλο έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα,  το  έγκλημα της γενοκτονίας.

Το ιστορικό υπόβαθρο

Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1915, οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους, για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοπόντιους, το εκλεκτό τμήμα του ελληνισμού που ζούσε στο βόρειο τμήμα της Μικράς Ασίας, στην περιοχή του Πόντου, μετά τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Η άλωση της Τραπεζούντας το 1461 από τους Οθωμανούς δεν είχε αλλοιώσει το φρόνημα και την ελληνική συνείδηση των κατοίκων της εν λόγω περιοχής, παρότι αυτοί ζούσαν αποκομμένοι από τον εθνικό κορμό.

Οι Ελληνοπόντιοι, μολονότι αποτελούσαν μειονότητα (περί το 40% του πληθυσμού), είχαν καταφέρει να κυριαρχήσουν στην οικονομική ζωή της περιοχής, ζώντας κυρίως στα αστικά κέντρα.

Η οικονομική τους ανάκαμψη συνδυάστηκε με τη δημογραφική και πνευματική τους άνοδο. Το 1865 οι Έλληνες του Πόντου ανέρχονταν σε 265.000, το 1880 σε 330.000 και στις αρχές του 20ού αιώνα άγγιζαν πλέον τις 700.000. Το 1860 υπήρχαν 100 σχολεία στον Πόντο, ενώ το 1919 υπολογίζονται σε 1.400, ανάμεσά τους και το περίφημο Φροντιστήριο της Τραπεζούντας.

Εκτός από σχολεία, οι Ελληνοπόντιοι διέθεταν τυπογραφεία, περιοδικά, εφημερίδες, λέσχες και θέατρα, που τόνιζαν το υψηλό πνευματικό τους επίπεδο.

Το κίνημα των Νεοτούρκων

Το 1908 ήταν μια χρονιά-ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά εκείνη εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεοτούρκων, που έθεσε στο περιθώριο τον σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύντομα, όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν.

Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Διωγμοί και εκτοπισμοί – Τα «Τάγματα Εργασίας»

Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων το 1915, οι Τούρκοι εθνικιστές υπό τον Μουσταφά Κεμάλ είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό μπροστά τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοπόντιους. Ό,τι δεν είχε καταφέρει ο σουλτάνος σε 5 αιώνες, το πέτυχε ο Κεμάλ σε 5 χρόνια.

Οι Τούρκοι, με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους», προέβησαν στον εκτοπισμό ενός μεγάλου μέρους του ελληνικού πληθυσμού στην αφιλόξενη μικρασιατική ενδοχώρα μέσω των λεγομένων «Ταγμάτων Εργασίας» («Αμελέ Ταμπουρού»).

Στα «Τάγματα Εργασίας» αναγκάζονταν να υπηρετούν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στο στρατό. Δούλευαν σε λατομεία, ορυχεία και στη διάνοιξη δρόμων, κάτω από εξοντωτικές συνθήκες. Οι περισσότεροι πέθαιναν από πείνα, κακουχίες και αρρώστιες.

Οι διωγμοί και τα εγκλήματα των Τούρκων, οδήγησαν τους Έλληνες του Πόντου να πάρουν τα βουνά, οργανώνοντας ένοπλα αντάρτικα σώματα κατά του οργανωμένου εχθρού. Σήμερα θεωρείται βέβαιο, πως εάν δεν υπήρχε η ένοπλη αντίσταση -κυρίως στον Δυτικό Πόντο- ο αριθμός των θυμάτων θα ήταν ακόμη μεγαλύτερος.

Το 1919 οι Έλληνες μαζί με τους Αρμένιους και την πρόσκαιρη υποστήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο ελληνοαρμενικό κράτος. Το σχέδιο αυτό ματαιώθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι εκμεταλλεύθηκαν το γεγονός για να προχωρήσουν στην «τελική λύση».

Η δεύτερη φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας

Την 19η Μαΐου του 1919, ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα του Πόντου, για να ξεκινήσει τη δεύτερη και πιο άγρια φάση της Ποντιακής Γενοκτονίας. Με τη βοήθεια μελών του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συγκροτεί τη μυστική οργάνωση «Mutafai Milliye» και υπό την καθοδήγηση Γερμανών και Σοβιετικών συμβούλων του, κηρύσσει το μίσος εναντίον των Ελλήνων, θέτοντας σε εφαρμογή οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης του ποντιακού ελληνισμού, το οποίο ουσιαστικά αποτελούσε συνέχεια της ανθρωποσφαγής που ξεκίνησαν οι Νεότουρκοι μετά το 1914 κατά Αρμενίων και Ελλήνων.

Μέλος του «Mutafai Milliye» ήταν ο διαβόητος Τοπάλ Οσμάν, που θεωρείται ο μεγαλύτερος δήμιος των Ελλήνων του Πόντου. Ο Μουσταφά Κεμάλ, όρισε τον Τοπάλ Οσμάν γενικό του αντιπρόσωπο στην παραλιακή ζώνη του Πόντου, με απεριόριστο δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στον ελληνικό πληθυσμό.

 Δύσκολα ανθρώπινος νους μπορεί να συλλάβει τις μεθόδους και τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι: βιασμοί, αρπαγές περιουσιών, λεηλασίες, πυρπολήσεις, εξορίες, καταναγκαστικά τάγματα εργασίας, βασανισμοί, λιμοκτονίες απαγχονισμοί, ομαδικές σφαγές, 353.000 Πόντιοι θύματα των τούρκικων ορδών.

 

 Το έγκλημα αυτό θεωρείται ως η δεύτερη μεγάλη γενοκτονία του 20ου αιώνα, μετά από αυτή των Αρμενίων, την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πάλι από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με 1.5 εκ. νεκρούς.

Όσοι γλίτωσαν από το τουρκικό σπαθί κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία και  στην Ελλάδα. Με τις γνώσεις και το έργο τους συνεισέφεραν τα μέγιστα στην ανόρθωση του καθημαγμένου εκείνη την εποχή ελληνικού κράτους και άλλαξαν τις πληθυσμιακές ισορροπίες στη Βόρεια Ελλάδα.

 Πόντιοι, που δεν κατόρθωσαν να μετακινηθούν, παρέμειναν στα ορεινά κυρίως χωριά του Πόντου, με προδιαγεγραμμένη συνέπεια το βίαιο εξισλαμισμό τους.

Η γενοκτονία των Ποντίων δεν θα πραγματοποιείτο, εάν δεν υπήρχαν άμεσοι ή έμμεσοι συνεργοί των Τούρκων εγκληματιών:

 Πρώτοι οι Γερμανοί στρατιωτικοί καθοδηγητές των Νεότουρκων και του Κεμάλ Ατατούρκ, που με την ουσιαστική βοήθειά τους, συντελέστηκε η γενοκτονία τόσο των Αρμενίων όσο και των Ποντίων.

Δεύτεροι υπεύθυνοι οι Σοβιετικοί, που με την τεράστια βοήθεια και την πολιτική κάλυψη που παρείχαν στον Κεμάλ, έδωσαν τη χαριστική βολή στους χριστιανικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας.

Τρίτοι οι Άγγλοι, οι Γάλλοι, αλλά και οι Αμερικάνοι, που επίσης βοηθούσαν τους Νεότουρκους και επωμίζονται βαρειές ευθύνες.

Δυστυχώς και η Ελλάδα σαν κράτος δεν μπόρεσε στις δύσκολες στιγμές να βοηθήσει τους αδελφούς μας Ποντίους.

Μέχρι τις μέρες μας, οι απόγονοι εκείνων που βίωσαν τη φρίκη της τουρκικής βαρβαρότητας διατηρούν άσβεστη τη φλόγα της ποντιακής κληρονομιάς τους, δίνοντας αγώνες για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων. Η ιστορική μνήμη και η κουλτούρα των Ποντίων διατηρούνται αναλλοίωτα. Σε μεγάλο βαθμό βοηθούν σε αυτή την κατεύθυνση η ύπαρξη πολλών ποντιακών συλλόγων ανά την επικράτεια.

Με αρκετή, ομολογουμένως, καθυστέρηση, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα στις 24 Φεβρουαρίου 1994 την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως  Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

 Εκτός από την Ελλάδα, τη Γενοκτονία των Ποντίων αναγνωρίζουν επίσημα η Κύπρος, η Αρμενία, η Σουηδία, ορισμένες ομοσπονδιακές δημοκρατίες της Ρωσίας, οκτώ πολιτείες των ΗΠΑ, η βουλή της πολιτείας της Νότιας Αυστραλίας, η Αυστρία, η Ολλανδία, και η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών.

 Η Τουρκία αρνείται με μένος την ύπαρξη γενοκτονίας, αποδίδοντας τους εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους, στις κακουχίες του πολέμου. Οι σύγχρονοι Τούρκοι στην πλειοψηφία τους έχουν πλήρη άγνοια για τα γεγονότα, παρά το γεγονός ότι κατά διαστήματα Τούρκοι ιστορικοί τολμούν να τα χαρακτηρίσουν ως γενοκτονία.

Υποσημείωση:  Η 19η Μαΐου μπορεί να θεωρείται αποφράδα ημέρα για τους Έλληνες, μια και είναι η μέρα που ξεκίνησε ουσιαστικά η δεύτερη και πιο σκληρή φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, ωστόσο οι Τούρκοι την τιμούν και τη γιορτάζουν ως Ημέρα Μνήμης του Μουσταφά Κεμάλ και Γιορτή Νεολαίας και Αθλητισμού παράλληλα, αφού - σύμφωνα με την ιστοριογραφία τους- από εκεί ξεκίνησε τον «απελευθερωτικό αγώνα» ο Μουσταφά Κεμάλ, που οδήγησε στην ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923. Κάθε χρόνο στη Σαμψούντα, πραγματοποιούνται πανηγυρικές φιέστες, παρουσία υψηλόβαθμων κυβερνητικών αξιωματούχων.

     Πηγές: εφ. Το Βήμα,  εφ. Πρώτο Θέμα,  Βουλή των Ελλήνων: Εισηγητική έκθεση,    news247.gr,  Μηχανή του Χρόνου (συγκλονιστικές μαρτυρίες από τη γενοκτονία των Ποντίων)